δεκάπολις — district with ten cities fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεκαπόλει — δεκάπολις district with ten cities fem nom/voc/acc dual (attic epic) δεκαπόλεϊ , δεκάπολις district with ten cities fem dat sg (epic) δεκάπολις district with ten cities fem dat sg (attic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεκάπολιν — δεκάπολις district with ten cities fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Dekapolis — (griechisch Δεκάπολις „Zehn Stadt“) bezeichnet zunächst zehn antike Städte im Gebiet östlich des Jordangrabens, vom Südwestplateau des Golan bis etwa dem modernen Amman. Diese Städte waren nach der Eroberung des Gebietes durch Alexander den… … Deutsch Wikipedia
δέκα — Άκλιτο, απόλυτο αριθμητικό (10). δέκα . Πρώτο συνθετικό λέξεων, που χρησιμοποιείται για τον σχηματισμό πολλαπλών μονάδων, των οποίων η πολλαπλότητα είναι ίση με 10. Συμβολίζεται διεθνώς με da (π.χ. 1 dam = 10 μ.). Στην οργανική χημεία, ως πρώτο… … Dictionary of Greek
πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… … Dictionary of Greek
δεκαπόλεως — δεκαπόλεω̆ς , δεκάπολις district with ten cities fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ВАСИЛИЙ ДЕКАПОЛИТ — († 750?), прп., исп. (пам. 28 февр., пам. зап. 27 февр.), жил в К поле в 1 й период Исп. Василий Декаполит. Фрагмент гравюры «Святцы на февраль». XIX в. (ГЛМ) Исп. Василий Декаполит. Фрагмент гравюры «Святцы на февраль». XIX в.… … Православная энциклопедия